Οταν η εγγυμονούσα μητέρα του είδε στό όνειρό της έναν Θεό καί τόν ρώτησε γιά τό μέλλον τού παιδιού πού θά γεννιόταν,εκείνος τής απάντησε: Θά γεννήσης εμέ!
Γεννήθηκε τόν 3ο χρόνο π.Χ. στά Τύανα τής Καππαδοκίας από πολύ πλούσιους γονείς.
Από
μικρή ηλικία επροκάλεσε τό θαυμασμό τών συγχρόνων του γιά τά εξαιρετικά
του χαρίσματα, τήν ευφυία καί τήν καταπληκτική μνήμη του.
Σέ ηλικία μόλις 14 χρόνων ο πατέρας του τόν εμπιστεύθηκε στόν διαπρεπή ρήτορα Ευθύδημο, στήν Ταρσό τής Κιλικίας.
Ο νεαρός Τυανεύς, γεμάτος από δίψα γιά μάθηση, δέν μπόρεσε νά προσαρμοσθή στίς
συνήθειες τών κατοίκων αυτής τής πόλης πού εκείνη τήν εποχή ήταν τό κέντρο τεμπελιάς
καί
φιληδονίας. Εφυγε λοιπόν καί εγκαταστάθηκε στάς Αιγάς, μιά πόλη διάχυτη
από Ελληνικό πνεύμα εξ αιτίας τής πληθώρας τών φιλοσοφικών σχολών της.
Ο Απολλώνιος , στήν αρχή επισκεπτόταν όλες τίς σχολές, επιθυμόντας νά μυηθή σέ όλα
τά φιλοσοφικά συστήματα. Τού Πλάτωνα, τού αριστοτέλη, τού Χρυσίππου, τού Επίκούρου
καί άλλων. Ομως πολύ γρήγορα η φύση του τόν έσπρωξε στή Πυθαγόρεια φιλοσοφία.
Τήν έδρα τής Πυθαγορείου σχολής, τότε, κατείχε ο Εύξενος εξ Ηρακλείας στόν οποίον
ο νεαρός δεκαεξάχρονος ώφειλε πλέον τή πυθαγόρεια παίδευσή του.
Αρχιζε σχολαστικά νά εφαρμόζη τή γεμάτη περιορισμούς καί αυτοπειθαρχία διαβίωση,έτσι
ακριβώς
όπως «Εκείνος έφα»! Απαρνήθηκε τά οικογενειακά πλούτη καί τίς ανέσεις
καί ντυμένος μέ απλά λινά υφάσμτα, αποφεύγοντας οτιδήποτε τό ζωϊκό,
διέμενε για μακρύ
χρονικό διάστημα μέσα στά ιερά καί ιδιαίτερα στό Ασκληπιείον όπου κατέκτησε τήν εύνοια καί τήν εκτίμηση τών λειτουργών του.
Ο Απολλώνιος, συμφωνα μέ τό παράδειγμα τού Μεγάλου Διδασκάλου, επραγματοποίησε
πολλά
ταξείδια προκειμένου νά γίνη κάτοχος κάθε σοφίας. Τήν περιγραφή τών
περιηγήσεών του, έγραψε ο πιστός του μαθητής καί ακόλουθος, Δάμις ο
Νινευίτης, όμως,
επειδή από τή διήγηση έλλειπε η λογοτεχνική κομψότητα, η αυτοκράτειρα Ιουλία Δόμνα
σύζυγος
τού Σεπτίμου Σεβήρου, ανέθεσε στον Φλάβιο Φιλόστρατο ικανώτατο
Διδάσκαλο- Ρήτωρα, νά καλλωπίση τά εξιστορούμενα, ώστε νά γίνη θελκτική η
ανάγνωση τών περιστατικών γύρω από τόν Απολλώνιο τόν οποίον αυτή
εθαύμαζε.
Ο Φιλόστρατος δέν αρκέστηκε μόνον στίς διηγήσεις τού Δάμιδος αλλά προκειμένου νά
καταστήση τό έργο του τέλειο, προσέτρεξε σέ οτιδήποτε είχε διασωθεί γύρω από τόν
πασύγνωστο πλέον Τυανέα όπως π.χ. στόν Μάξιμο πού εξιστορούσε τήν στό Ασκληπιείον
διατριβή τού Απολλωνίου καί στή «Διαθήκη» καί στίς «Επιστολές» πού ο ίδιος έγραψε.
Εκτός από τόν Φιλόστρατο, σύγχρονοι καί μεταγενέστεροι,ασχολήθηκαν μέ τόν Τυανέα.
Ο Δίων ο Κάσσιος, ο Αμιανός Μαρκελλίνος, ο Λουκιανός, ο Ιεροκλής, ο Ευσέβιος, ο Κασ-
-σιόδωρος καί ο μοναχός Ισίδωρος. Επίσης Βυζαντινοί χρονογράφοι όπως ο Φώτιος.
Ο σύγχρονός μας Γάλλος φιλόλογος-ελληνιστής Μάριος Μενιέ αναφέρει ότι:
αντιπροσώπευε τήν εξιδανικευμένη καί με νέο φωτοστέφανο Σχολή τών Νεοπυθαγορείων,
η οποία επέβαλε τό κύρος της σέ όλες τίς ψυχές πού επεδίωκαν ανάταση καί ηθική μεταρ-
-ρύθμιση.
Ο επίσης Γάλλος σοφός Ζάν Ρεβίγ παραδέχεται ότι ο Απολλώνιος άσκησε βαθειά εντύπωση
στά πλήθη καί αφιέρωσε τή ζωή του στήν ηθική ανύψωση τών συγχρόνων του.
Ξαναγυρίζοντας πίσω:Ο Απολλώνιος είχε σχεδόν θεοποιηθεί ζωντανός καί πεθαμένος.
Ο Αυρηλιανός όταν κατέλαβε τά Τύανα ζήτησε νά τόν γνωρίση καί εντυπωσιασμένος,
απαγόρευσε στούς στρατιώτες νά θίξουν τήν πόλη.
Ο Καρακάλας ανήγειρε Ιερόν πρός τιμή του, πολλές άλλες πόλεις ανήγειραν βωμούς καί
τόν ελάτρευαν καί στήν Εφεσο δέ, ελατρεύετο σάν «Ηρακλής αλεξίκακος»
Εκόπηκαν νομίσματα μέ τή μορφή του καί στή Βιβλιοθήκη τών Παρισίων, υπάρχει Μετάλλιο μέ τήν εικόνα τού Απολλώνιου.
Ας δούμε τώρα ορισμένες «κατά Φιλόστρατον» περικοπές:
Ο απολλώνιος,
κατά τρόπον θειότερον καί αυτού τού Πυθαγόρου επλησίασε πρός τή σοφία.
Αλλοι τόν επαινούν γιά πολλά, άλλοι τόν διαβάλλουν σάν μάγο.
Aυτοί
οι τελευταίοι, προβάλουν έντονα τή συναναστροφή του με τούς Μάγους τής
Βαβυλώνας καί τών Ινδιών, τούς Βραχμάνες, τούς Γυμνούς τής Αιγύπτου.
Αλλά
τότε...γιατί λοιπόν αφού καί ο Εμπεδοκλής, ο ίδιος ο Πυθαγόρας καί ο
Δημόκριτος είχαν τίς ίδιες συναναστροφές, δέν εθεωρήθηκαν ακόλουθοι τής
τέχνης τής μαγείας;
Προαισθανόταν, προέβλεπε καί προμάντευε όπως ακριβώς ο Σωκράτης με τό Δαιμόνιο καί
ο Αναξαγόρας μέ τή βροχή καί τόν λίθο εξ ουρανού, πού όμως κανείς δέν ονόμασε μάγους!
Η φήμη του όταν νεαρός ήταν στό ασκλιπιείον, ήταν τόσο διαδεδομένη ώστε νά λέγεται στήν Κιλικία σάν παροιμία σέ όποιον βιαζόταν:
«Πού τρέχεις; μήπως γιά νά δής τόν έφηβον;»
Εθεράπευε εκεί,μεταχειριζόμενος λόγια σαφή καί σοφά, σοφότερα λέγεται, τού Ηρακλείτου
ο οποίος μιλούσε χρησμικά καί συγκεχυμένα!
Οταν έμεινε στάς Αιγάς, μετέβαλε τό Ιερόν σέ «Λύκειον» καί «Ακαδήμειαν» καί ήταν μόλις
23 χρόνων.
Οταν έμαθε ότι ο Κλαζομένιος φιλόσοφος Αναξαγόρας παρέδωσε τή γή καί τά κτήματά του
σέ αγέλες βοδιών καί προβάτων, έλεγε ότι αυτός εφιλοσόφησε μάλλον γιά τά ζώα παρά γιά τούς ανθρώπους.
Εχαιρε
σεβασμού καί εμπιστοσύνης καί από τόν απλό λαό αλλά καί από Αρχοντες
καί δέν ήταν λίγες οι φορές πού οι ίδιοι τόν καλούσαν γιά σοφές
διευθετήσεις διαφορών.
Χρησιμοποιούσε
συχνά τίς λέξεις «γνωρίζω», «πρέπει νά γνωρίζετε», οι φράσεις του ήσαν
βραχείς καί στερεές καί οι λέξεις κυριολεκτικές καί προσαρμοσμένες στά
πράγματα.
Ελεγε: «ο σοφός διαλέγεται σάν νομοθέτης. Διότι ο νομοθέτης πρέπει γιά όσα επείσθη, αυτά σάν επιταγές νά τά επιβάλλη στό πολύ πλήθος.»
Στά
«Πιστεύω» του ενυπήρχε τό ότι ο νέος πρέπει νά ταξιδεύη καί νά αποδημή
σέ ξένες χώρες. Ηθελε νά επισκεφθή τούς σοφούς Βραχμάνες καί Υλοβίους,
νά σπουδάση τά έθιμα καί τίς θεωρίες τών μάγων στή Βαβυλώνα καί στά
Σούσα. Βρισκόταν στήν αρχαία Νίνον όταν ήλθε κοντά του σάν φοιτητής ο
Δάμις ο οποίος άρχισε πλέον να συνταξιδεύη μαζί του καί σαυτόν οφείλουμε
τίς περισσότερες υποθήκες τού Τυανέως.
Φθάνοντας στή Μεσοποταμία, ο τοποθετημένος τελώνης πανω στή γέφυρα, τόν ερώτησε
τί μεταφέρει. καί ο Απολλώνιος τού απήντησε:
« Φέρω μαζί μου σωφροσύνη,δικαιοσύνη, αρετή,εγκράτεια, ανδρεία, άσκηση.»
καί όταν τού εζήτησε λεπτομερή κατάλογο όλων αυτών τών «θηλυκών», εκείνος τού είπε:
«Δέν μού επιτρέπεται, διότι δέν μεταφέρω δούλες αλλά κυρίες».
Ταξιδεύοντας με τούς Αραβες έμαθε τή γλώσσα τών ζώων καί τά προμηνύματα τών πουλιών, καθώς καί τή τέχνη τής μαντείας.
Συναντώντας
ημιβάρβαρους διαπιστώνει ότι η φήμη του είχε προηγηθεί καί τυχαίνει
υποδοχής ηγεμόνος σέ πολλά μέρη, απορρίπτοντας πλουσιοπάροχα δώρα. Ετσι
κατάφερε με τήν επιρροή του να βελτιώση τίς συνθήκες διαβίωσης τής
αποικίας τών Ερετριέων, κοντά στή Βαβυλώνα, οι οποίοι εκεί ζούσαν από
όταν οι Πέρσες τούς μετέφεραν σάν αιχμαλώτους πρίν από 88 χρόνια, μετά
τήν άλωση τής Ερέτριας.
Μέ τήν παραμονή του στή Βαβυλώνα, γίνεται λεπτομερέστατη παρουσίαση θαυμάσιων
αρχιτεκτονημάτων, τών πλουσίων ανακτόρων καί τής εξεζητημένης χρήσης τού χρυσού.
Ο
Δάμις αφηγήται ότι ο Απολλώνιος πολλά έμαθε από τούς Μάγους τους αλλά
καί πολλά τούς εδίδαξε. Οταν δέ ο ίδιος,ο Δάμις , κάποτε τόν ρώτησε: «τί
είναι οι Μάγοι;» απάντησε:
«Σοφοί μέν,αλλά όχι σέ όλα τα πράγματα.»
Ιστορική έμεινε η αγέρωχη στάση του μπροστά στόν αλαζόνα Βασιληά ο οποίος όχι μόνον
έκπληκτος τόν εθαύμασε αλλά καί τόν παρεκάλεσε γιά τίς συμβουλές του.
Ο
Δάμις πολλά παραθέτει γιά τίς σοφές συνομιλίες τους καί τά αποφθεύγματά
του, αναφέρεται δέ συχνά καί καλεί στή μνήμη αρχαίες ιστορίες καί
μορφές επιφανών Ελλήνων.
Οταν έφθασε ο καιρός νά αναχωρήση γιά τίς Ινδίες, επείσθη τελικά νά δεχθή συνοδούς καί
καμήλες γιά τό ταξείδι τους. Πλησίαζε τόν Καύκασο όταν είχε τίς πρώτες επαφές μέ τούς
ιθαγενείς από όπου καί οι τοπικές γεωγραφικές καί εθιμικές εμπειρίες του.
Μέ
έκπληξη διαπιστώνει ότι ο ελληνικότατος μύθος τού δεσμώτη Προμηθέα πάνω
στόν Καύκασο, είναι ολοζώντανος ανάμεσα στούς βαρβάρους.
Η δύναμη τού μύθου ήταν τόσο έντονη, ώστε κυνηγούσαν με πυρφόρα βέλη τούς αετούς, εκδικούμενοι γιά το σηκώτι τού Προμηθέα.
Φθάνοντας στή κορυφή τού πανύψηλου όρους, ο Δάμις θυμάται ένα ακόμα μάθημα Φιλοσοφίας:(εν συντομία οι ερωταποκρίσεις)
«Πές μου Δάμι, πού είμαστε χθές;» καί ο Δάμις: «στή πεδιάδα»
Απολλώνιος: «Σήμερα δέ πού;»
Δάμις: «Στόν Καύκασο..εκτός καί τό ελησμόνησα...αλλά έχει τόση σημασία η ερώτηση;» «Ποία η διαφορά Δάμι;»
«Χθές είμαστε χαμηλά όπου εύκολα πολλοί βαδίζουν, σήμερα ψηλά όπου λίγοι δύσκολα ανεβαίνουν»
«Ακριβώς Δάμι καί άν δέν έχεις καταλάβει τή διαφορά, είσαι ακόμα κάτω.
Ολοι παραδέχονται ότι, από δύσκολους δρόμους, στήν κορυφή βρίσκεται το θείον, λίγοι όμως φθάνοντας κοντά σαυτόν τόν απέραντο
καί θείο μηχανισμό, κοντά στόν ουρανό καί ανάμεσα στά άστρα καί
βλέποντας στήν ανατολή τόν ήλιο νά έρχεται νωρίτερα, εκφέρουν γνώμες
σαφέστερες!»
Φθάνουν
στίς ινδίες όπου συναντούν ανθρώπους πάνω σέ ελέφαντες. Δίνεται αφορμή,
μέ τή θέα ενός μικρού παιδιού πού οδηγεί έναν τεράστιο ελέφαντα, νά
αναπτυχθή ολόκληρη συζήτηση γιά τή δύναμη τού νού καί τήν χρησιμοποίηση
του γιά εκμετάλευση.
Αλλη συζήτηση εκεί γιά τίς σχέσεις ανθρώπου καί ζώων, ανθρώπου καί χρήματος, ανθρώπου καί τροφής.
Ανεβαίνουν
στό όρος Νύσα όπου υπάρχει ιερόν τού Διονύσου, περιστοιχισμένο από
αμπελώνες, κισσούς καί δάφνες. Οι Ινδοί ισχυρίζονται ότι ο ίδιος ο
Διόνυσος τό κατασκεύασε γιά τόν εαυτό του. Βρήκαν ακριβά αφιερώματα μέσα
στό ιερό, μπροστά
σε
ένα άγαλμα λαξευμένο σέ λευκόλιθο καί έμαθαν ότι καί εκεί τελούσαν τά
όργια τού θεού, όπου έπαιρναν μέρος όλοι οι λαοί πού κατοικούσαν γύρω
από τό όρος.
Συγκρίνουν μύθους καί συνήθειες – απομεινάρια τής πορείας τού Μ.Αλεξάνδρου.
Ο Απολλώνιος επέστρεψε χωρίς κενά στή σοφία του. Πότε; Πού; Ποιός συνέχισε;
Νεώτεροι
κατακριτές διατείνονται ότι ο βίος τού Απολλωνίου γράφτηκε προκειμένου
να επισκιάση τόν κατά τούς χρόνους εκείνους ανατείλαντα Ηλιον τής
Βηθλεέμ.Δέν έχει όμως καμία λογική υπόσταση αυτός ο ισχυρισμός, διότι
όσο καί σχολαστικά νά ψάξη κάποιος, πουθενά δέν υπάρχει ο παραμικρός
υπαινιγμός!
Οταν η αυτοκράτειρα Ιουλία Δόμνα παρώτρυνε τόν Φιλόστρατο γιά τή συγγραφή, ήταν
μιά εποχή πού άτομα καί κύκλοι περίμεναν τή σωτηρία τους από μία πνευματική αναγέν-
-νηση
τών πυθαγορείων παραδόσεων καί από μίαν αντίληψη φιλοσοφικώτερη από τά
δόγματα, τούς μύθους καί τούς τύπους τών αρχαιοτέρων -καί όχι μόνον- θρησκειών.
Μήπως αυτή η συγγραφή ήταν μιά κραυγή απόγνωσης καί ένα κάλεσμα-ερώτημα;
«Τίνος η σειρά είναι τώρα; Ποιός θα παραλάβη τή Πυθαγόρεια σκυτάλη;
Κάποιοι, μέ διαστρευλωμένες αλήθειες, τέλειωσαν λοιπόν τήν «επικίνδυνη» σοφία τών Ελλήνων;»
Πιστεύω ότι, είναι τουλάχιστον οξύμωρον λαοί μέ πανάρχαιους πολιτισμούς
νά γοητεύονται καί να γίνονται σοφότεροι με τό Ελληνικό πνεύμα
καί οι Ελληνες νά εκστασιάζονται μέ ήθη, μύθους καί έθιμα βαρβαρικά.
Σε αυτό τό σημείο ο ομιλών, φοβούμενος τή χιονοστιβάδα τών πελαγοδρομήσεων, κρίνει
ότι πρέπει νά κλείση τό αφιέρωμα σ’αυτόν τόν σπουδαίο Πυθαγόρειο Ελληνα φιλόσοφο.
Οπως τονίζει καί ο έγκρειτος μεταφραστής τού Φιλοστράτου Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς, από όπου καί σταχυολογήματα τού ομιλούντος, :
«είθε
η ανάγνωση τού βίου καί τών πράξεων τού υπερφυούς τούτου ανδρός, νά
ασκήση επιρροήν επί τών ηθών καί τής νοοτροπίας τών συγχρόνων ελλήνων».
greek surnames
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.
ΑπάντησηΔιαγραφή